φορμαλίνη

φορμαλίνη
η формалин

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φορμαλίνη" в других словарях:

  • φορμαλίνη — η, Ν χημ. εμπορική ονομασία υδατικού διαλύματος τής φορμαλδεΰδης που χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, τη βυρσοδεψία κ.α., αλλ. φορμόλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. formalin, εμπορική ονομασία] …   Dictionary of Greek

  • απολύμανση — Η καταστροφή των παθογόνων μικροοργανισμών· στην καθομιλουμένη ο όρος σημαίνει συνηθέστερα την εξόντωση των σπόρων στο περιβάλλον και στην επιφάνεια του σώματος, ενώ απολυμαντικά λέγονται και μερικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στο εσωτερικό του… …   Dictionary of Greek

  • ατοξίνη — Μικροβιακή τοξίνη που έχει χάσει την τοξική της ισχύ, αλλά διατηρεί τις αντιγονικές και ανοσοποιητικές της ιδιότητες. Λέγεται και ανατοξίνη. Το αβλαβές αυτό παράγωγο της τοξίνης μάς προσφέρεται, όταν τροποποιηθεί η τοξίνη με φορμαλίνη και… …   Dictionary of Greek

  • φορμαλδεΰδη ή μυρμηκική αλδεΰδη — Πρώτο μέλος της τάξης των αλειφατικών αλδεϋδών του τύπου Η CHO. Παρασκευάζεται γενικά με οξείδωση της μεθυλικής αλκοόλης με οξυγόνο του αέρα σε παρουσία καταλύτη από χαλκό ή άργυρο: 2CH3OH + O2→ 2CH2O + 2Η2Ο. Η φ. είναι αέριο άχρωμο ερεθιστικής… …   Dictionary of Greek

  • φορμόλη — φορμόλη, η και φορμαλίνη, η (χημ.), διάλυμα φορμαλδεΰδης σε νερό, που έχει μεγάλη αντισηπτική δύναμη και καταστρέφει τα μικρόβια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»